Γεώτοποι της Λέσβου
Ψηφιακή παρουσίαση των Γεωτόπων της Λέσβου
Εκθεσιακές ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου – Μπαλή Αλώνια
Το Δάσος των Πρωτοπευκίδων
Ο επισκέπτης του Πάρκου του Απολιθωμένου δάσους μπορεί να γνωρίσει το Δάσος των Πρωτοπευκίδων, των πρόγονων των σύγχρονων πευκοδασών της Λέσβου διασχίζοντας την διαδρομή «Περπατώντας στο δάσος των Πρωτοπευκίδων».
Μια περιπατητική διαδρομή μήκους 556μ που ξεκινάει από την δεξαμενή ύδρευσης και φτάνει στο αναψυκτήριο, διασχίζοντας τα σημεία με μεγαλύτερο υψόμετρο στο Πάρκο, δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να γνωρίσει συστάδες απολιθωμένων κορμών πεύκης, στην φυσική τους θέση. Ανάμεσά τους βρίσκονται και οι δύο ιστάμενοι κορμοί που αποτελούν τον ολότυπο του είδους. Πρόκειται για τα απολιθώματα από τα οποία προσδιορίσθηκε το συγκεκριμένο είδος για πρώτη φορά στην επιστημονική βιβλιογραφία.
Ορισμένοι κορμοί πρωτοπευκίδων διατηρούν όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του πεύκου. Υπάρχουν ιστάμενοι απολιθωμένοι κορμοί, με ύψος που ξεπερνάνε τα 2 μέτρα και 1,50 μέτρα περίμετρο, φέρουν στην επιφάνειά τους έντονα χρώματα. Αποκαλύπτονται μέσα από ορίζοντες ηφαιστειακής στάχτης που τους σκέπασαν και οδήγησαν στην απολίθωσή τους, κατά τη διάρκεια των ηφαιστειακών εκρήξεων που σημειώθηκαν στην περιοχή πριν από περίπου 20 εκατομμύρια χρόνια.
Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου - Μπαλή Αλώνια
Το Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους στη θέση Μπαλή Αλώνια αποτελεί το πρώτο υπαίθριο πάρκο επίσκεψης του Απολιθωμένου Δάσους. Δημιουργήθηκε το 1987 και ήδη από τον 18ο αιώνα η περιοχή αναφέρεται ως «Κύρια Απολιθωμένη».
Η επίσκεψη στην περιοχή του Πάρκου αποτελεί μία μοναδική εμπειρία. Η πληθώρα των ιστάμενων απολιθωμένων κορμών, αλλά και η άριστη κατάσταση διατήρησής τους, εντυπωσιάζουν όλους τους επισκέπτες του.
Στο Πάρκο του Απολιθωμένου Δάσους, η συστηματική ανασκαφική έρευνα που πραγματοποιεί το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, έχει φέρει στο φως πολλά φυτικά απολιθώματα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται ο υψηλότερος μέχρι σήμερα γνωστός ιστάμενος κορμός απολιθωμένου δένδρου, όχι μόνο για την Λέσβο αλλά με βεβαιότητα για ολόκληρη της Ευρώπη.
Το ύψος του είναι 7,02 μέτρα και η περίμετρος του 8,58 μέτρα και αποτελεί πρόγονο του σύγχρονου δένδρου της Σεκόιας.
Κατά τις ανασκαφές που υλοποιεί το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου έχουν επίσης αποκαλυφτεί πολλά τμήματα απολιθωμένων φυτών (καρποί, φύλλα, κλαδιά, ρίζες), τα οποία εκτίθενται στις αίθουσες του Μουσείου.
Κατά τη διάρκεια της περιήγησης σας μπορείτε να θαυμάσει τις μοναδικές εμφανίσεις Πρωτοπευκίδων, οι οποίες σχηματίζουν μικρές συστάδες και αποτελούν τους προγόνους του σύγχρονου Πεύκου.
Οι περισσότεροι απολιθωμένοι κορμοί ανήκουν στην οικογένεια των Ταξοδιειδών (Taxodiaceae) που αποτελούν προγονικές μορφές του σύγχρονου είδους Σεκόια η Αειθαλής που φύεται στις δυτικές ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών. Στην οικογένεια αυτή ανήκει και ο μεγαλύτερος κατακείμενος κορμός Κωνοφόρου δένδρου (με μήκος μεγαλύτερο των 20 μέτρων) καθώς και οι μεγάλοι ιστάμενοι κορμοί Σεκόιας.
Για την διευκόλυνση του επισκέπτη στο Πάρκο, έχουν δημιουργηθεί τρεις θεματικές διαδρομές, οι οποίες επιτρέπουν την καλύτερη γνωριμία με τα απολιθώματα.
Στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου μπορείτε να βρείτε τον υπαίθριο οδηγό επίσκεψης στο Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους στη θέση Μπαλή Αλώνια, με αναλυτικές πληροφορίες για όλες τις απολιθωματοφορές θέσεις και τις διαδρομές.
Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους Σιγρίου
Το Πάρκο Σιγρίου δημιουργήθηκε σε έκταση 30 στρεμμάτων και βρίσκεται δίπλα στις εγκαταστάσεις του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου. Περιλαμβάνει σημαντικά φυτικά απολιθώματα και εντυπωσιακές εμφανίσεις των ηφαιστειακών πετρωμάτων που τα περικλείουν.
Πρόκειται για ένα εξαιρετικής σημασίας γεώτοπο λόγω της σπανιότητας και της μεγάλης επιστημονικής αξίας των φυτικών απολιθωμάτων τα οποία παρέχουν πληροφορίες τόσο για τα ηφαιστειακά πετρώματα όσο και τη γεωλογική εξέλιξη της περιοχής.
Ο επισκέπτης κατά μήκος των περιπατητικών διαδρομών που έχουν χαραχθεί στο χώρο του Πάρκου, μπορεί να θαυμάσει τα πιο σημαντικά ευρήματα του χώρου, τις ρίζες των απολιθωμένων δένδρων που διατηρούνται σε πλήρη ανάπτυξη αποδεικνύοντας ότι τα δέντρα απολιθώθηκαν στη φυσική τους θέση.
Εντυπωσιακοί ιστάμενοι απολιθωμένοι κορμοί αγγειόσπερμων και κωνοφόρων δένδρων (Pinoxylon paradoxum, Pinoxylon sp., Pinus sp.) με μοναδικά χρώματα και πληθώρα απολιθωμένων κλαδίσκων, φύλλων και κώνων ιδιαίτερης επιστημονικής αξίας ξεπροβάλουν από τα στρώματα της ηφαιστειακής στάχτης που τους περιβάλλει. Ο επισκέπτης μπορεί επίσης να θαυμάσει μεγάλα τμήματα απολιθωμένων κορμών που έχουν μεταφερθεί για φύλαξη στο χώρο.
Πάρκο Απολιθωμένου Δάσους Πλάκας
Το Πάρκο Πλάκας δημιουργήθηκε από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου σε έκταση 70 στρεμμάτων στη μικρή ομώνυμη χερσόνησο. Η περιοχή αποτελεί μια σημαντική απολιθωματοφόρο θέση.
Στα δύο τμήματα του Πάρκου, από τις ερευνητικές εργασίες του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου, έχουν αποκαλυφθεί σημαντικά φυτικά απολιθώματα, κυρίως ριζικά συστήματα και κατώτερα τμήματα κορμών που συγκροτούν ένα σπάνιας φυσικής ομορφιάς γεώτοπο.
Στο Πάρκο Πλάκας έχουν προσδιορισθεί πευκίδες και μια μεγάλη ποικιλία από καρποφόρα φυτά (αγγειόσπερμα), τα οποία δεν εμφανίζονται σε τόσο μεγάλη ποικιλία σε καμία άλλη χερσαία θέση, συνθέτοντας έτσι το τοπίο της βλάστησης στη Λέσβο πριν 20 εκατομμύρια χρόνια. Έχουν εντοπιστεί φυτικά απολιθώματα που αντιστοιχούν στη σημερινή πεύκη (Pinuxylon και Pinus), δένδρα της κανέλλας και της δάφνης (Laurinoxylon, Cinnamomum polymorphum, Dafnogene polymorphum), της λεύκης (Populoxylon), του πλάτανου (Platanoxylon) και φοινικίδες (Palmoxylon).
Σήμερα είναι επισκέψιμες 46 ανασκαφικές θέσεις απολιθωμένων δένδρων. Οι περισσότεροι απολιθωμένοι κορμοί συναντώνται ιστάμενοι, δηλαδή στη φυσική θέση ανάπτυξης των δένδρων.
Μεταξύ των ευρημάτων περιλαμβάνεται ο γιγαντιαίος απολιθωμένος κορμός (Νο 1), περιμέτρου 13,7μ. και διαμέτρου 3,70μ., που αποτελεί – σύμφωνα με τα στοιχεία της παγκόσμιας βιβλιογραφίας – το μεγαλύτερο σε διαστάσεις ιστάμενο απολιθωμένο κορμό σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην παράκτια ζώνη του Πάρκου δεσπόζει ο ιδιαίτερα εντυπωσιακός κατακείμενος απολιθωμένος κορμός δέντρου, μήκους 14μ.
Ροή Λάβας Ιγνιμβρίτη Σκάλας Νέων Κυδωνιών
Στην περιοχή του οικισμού Σκάλας Νέων Κυδωνιών, εμφανίζονται κατά μήκος της παραλίας, εντυπωσιακές ροές λάβας. Πρόκειται για ροές λάβας ιγνιμβρίτη μεγάλου πάχους, που σχηματίζουν γλώσσες ξηράς που μπαίνουν μέσα στη θάλασσα σχηματίζοντας μικρές χερσονήσους.
Οι ροές λάβας ιγνιμβρίτη με τα χαρακτηριστικά κοκκινωπά χρωματα τους προέρχονται από μια μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου του Λεπετύμνου που έλαβε χώρα πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια και σκέπασε σχεδόν ολόκληρη τη Λέσβο, καθώς οι ιγνιμβριτικές ροές κάλυψαν μεγάλες αποστάσεις και έφτασαν μέχρι τις Νέες Κυδωνίες στα ανατολικά, τα Βατερά και τα Μάκαρρα στο νότο και την Άντισσα στα δυτικά
Ο ιγνιμβρίτης είναι ηφαιστειακό πέτρωμα, που δημιουργείται από την στερεοποίηση λεπτόρευστου πυριτικής σύστασης μάγματος που κινείται με μεγάλη ταχύτητα και περιέχει σε μεγάλο ποσοστό θερμά αέρια, θραύσματα ελαφρόπετρας και άλλων πυροκλαστικών υλικών. Τα αέρια που περιέχονται στο μάγμα σχηματίζουν φυσαλίδες που παραμένουν και μετά τη στερεοποίηση της ρευστής λάβας, ως κενοί χώροι στο εσωτερικό του πετρώματος. Το ατρακτοειδές σχήμα που αποκτούν από την συμπίεση τους προσέδωσε την ονομασία «φλόγες».
Το κοκκινωπό ή σκούρο ροζ χρώμα, των πετρωμάτων οφείλεται στην εξαλλοίωση του αιματίτη που περιέχεται στο μάγμα.
Στο παράκτιο τμήμα των ιγνιμβριτικών ροών παρατηρούνται κυψελοειδείς μορφές αποσάθρωσης (ταφόνι), που δημιουργούνται από τη θαλάσσια διάβρωση, τον άνεμο, το θαλάσσιο σπρέι και τις θερμοκρασιακές μεταβολές που προκαλούν την διαστολή και συστολή των κρυστάλλων των μεταλλικών ορυκτών, γεγονός που μειώνει την συνοχή του πετρώματος..
«Ταμπακαριά», Λιμναία Ιζήματα Μυτιλήνης
Στη θέση «Ταμπακαριά», βόρεια της Μυτιλήνης παρουσιάζεται χαρακτηριστική εμφάνιση των λιμναίων ιζημάτων, ηλικίας 1,8-5 εκατομμυρίων ετών. Τα λιμναία ιζήματα εμφανίζονται σε όλο το τμήμα της ανατολικής ακτής της Λέσβου από την περιοχή της Κρατήγου μέχρι τα Τοκμάκια.
Οι στρώσεις των ιζημάτων μπορούν να παρατηρηθούν κατά μήκος των ακτών, αλλά ακόμα και κατά μήκος του οδικού άξονα Μυτιλήνης – Θερμής.
Οι λιμναίοι σχηματισμοί αποτελούνται κυρίως από μαργαϊκούς ασβεστόλιθους γλυκών υδάτων, με ενστρώσεις ψαμμιτών, κροκαλοπαγών, υπόλευκες μάργες και αργίλους, με πάχος που ξεπερνούν τα 60 μέτρα. Μέσα στους λιμναίους σχηματισμούς εντοπίζονται απολιθώματα ασπόνδυλων οργανισμών όπως γαστερόποδα, ελασματοβράγχια και οστρακώδη.
Τα λιμναία ιζήματα σχηματίστηκαν όταν η Λέσβος ήταν τμήμα μιας ενιαίας ηπειρωτικής περιοχής, της Αιγιήδας. Την εποχή εκείνη η θάλασσα αποσυρόταν προς τα Νότια με αποτέλεσμα να δημιουργούνται λίμνες στο Βόρειο και κεντρικό Αιγαίο, μεταξύ των οποίων και η λίμνη της Μυτιλήνης.
Οι γεωλογικοί σχηματισμοί αποτελούν μάρτυρες της μεγάλης λίμνης που υπήρχε στην περιοχή του θαλάσσιου χώρου, ανάμεσα στη Λέσβο και τις ακτές της Μικράς Ασίας.
Φυκιότρυπα
Η μικρή χερσόνησος της Φυκιότρυπας αποτελεί την ανατολική απόληξη του μικρού υψώματος πάνω στο οποίο είναι χτισμένο το Κάστρο της Μυτιλήνης.
Στην αρχαιότητα η περιοχή αποτελούσε μια μικρή νησίδα αποκομμένη από τη Λέσβο, με την οποία την διαχώριζε ένας μικρός θαλάσσιος δίαυλος. Η περιοχή καλύπτεται από λιμναία ιζήματα ηλικίας 1,8-5 εκατομμυρίων ετών (Πλειόκαινο – Πλειστόκαινο). Συγκεκριμένα αποτελείται από μαργαϊκούς ασβεστόλιθους γλυκών υδάτων, που περιέχουν απολιθώματα ασπόνδυλων οργανισμών όπως γαστερόποδα, ελασματοβράγχια και οστρακώδη. Η βόρεια ακτή της περιοχής οριοθετείται από ένα σημαντικό γεωλογικό ρήγμα με διεύθυνση Α-Δ, το οποίο απολήγει στην μικρή χερσόνησο της Φυκιότρυπας.
Η δράση του ρήγματος γίνεται ορατή πάνω στην λειασμένη επιφάνεια του, που τέμνει τα γεωλογικά στρώματα των πετρωμάτων της χερσονήσου στην θέση της Φυκιότρυπας. Ειδικότερα πάνω στην λειασμένη επιφάνεια του ρήγματος διακρίνονται γραμμώσεις ολίσθησης που μαρτυρούν την κίνηση που έλαβε χώρα πάνω της.
Στην κορυφή της μικρής χερσονήσου βρίσκεται ο φάρος της Φυκιότρυπας αποτελεί μνημείο καθώς, είναι ένας από τους ελάχιστους σωζόμενους φάρους που έχουν κατασκευαστεί στη διάρκεια της όγδοης δεκαετίας του 19ου αιώνα, και είναι ενταγμένος στο Ελληνικό Φαρικό Δίκτυο και έχει κηρυχθεί ως διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Αρχαίο Λατομείο Γρίζου Μάρμαρου Μόριας
Στην Ανατολική Λέσβο, 4 χιλιόμετρα Βορειοδυτικά της πόλη της Μυτιλήνης, βρίσκεται το λατομείο γκρίζου μαρμάρου της Μόριας, το οποίο θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα λατομεία της Λέσβου, αλλά και του ευρύτερου Αιγιακού χώρου.
Οι κρυσταλλικοί ασβεστόλιθοι είναι από τα παλαιότερα πετρώματα και εμφανίζονται σε πολλές περιοχές της νοτιοανατολικής Λέσβου. Πρόκειται για πετρώματα που σχηματίσθηκαν κατά τη γεωλογική περίοδο του Τριαδικού, πριν από 200-250 εκατομμύρια χρόνια, από ιζήματα που αποτέθηκαν στο περιθώριο του ωκεανού της Τηθύως, του ωκεανού που κάλυπτε την περιοχή της σημερινής Νότιας Ευρώπης και Βόρειας Αφρικής. Στους κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους, στην περιοχή της Μόριας, έχουν διατηρηθεί εντυπωσιακά απολιθώματα ασπόνδυλων (Megalodon).
Το λατομείο καταλαμβάνει μια έκταση μήκους 200μ., πλάτους 120μ. και 30μ. βάθους, σε ορισμένα σημεία, καθώς και εννέα εξορυκτικές κοιλότητες.
Η λειτουργεία του λατομείου χρονολογείται κυρίως κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, καθώς υπάρχουν τα ίχνη των εργαλείων και της τεχνικής λατόμευσης, πάνω στα πετρώματα, τα οποία αποτελούν χαρακτηριστικά στοιχεία της εποχής εκείνης.
Το υλικό εκμετάλλευσης αποτελεί το γκρίζο μάρμαρο ηλικίας 180-240 εκατομμυρίων ετών, το οποίο χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή πολλών μνημείων της αρχαίας Μυτιλήνης, όπως για παράδειγμα, το Αρχαίο Θέατρο, το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο αλλά και σε πολλές περιοχές της επικράτειας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Επίσης, έχουν βρεθεί εκατοντάδες ημίεργα αρχιτεκτονικά μέλη. Το μάρμαρο που εκμεταλλεύονταν οι Ρωμαίοι ήταν γνωστό και ως «Λέσβιος Λίθος» ή «Marmor Lesbium».
Σφαιροειδείς Μορφές Αποφλίωσης Βατούσας
Κατά μήκος της επαρχιακής οδού Σκαλοχωρίου – Βατούσας συναντώνται σφαιροειδείς μορφές αποσάθρωσης στα ηφαιστειακά πετρώματα της περιοχής.
Πρόκειται για το αποτέλεσμα της χημικής εξαλλοίωσης και της μηχανικής θραύσης των πετρωμάτων, που εμφανίζεται ως αποφλοίωση των εξωτερικών στρωμάτων τους. Η γεωμορφή αυτή ονομάζεται και ως κρεμμυδοειδής μορφή αποσάθρωσης, ακριβώς λόγω του ότι μοιάζει με την δομή που έχει και ένα κρεμμύδι.
Εξαιτίας της ψύξης του ηφαιστειακού υλικού και των εξωγενών δυνάμεων που δρουν στα πετρώματα (υγρασία, μεταβολή θερμοκρασίας κ.α.), προκαλούν την χημική αποσάθρωση των πετρωμάτων. Η διεργασία αυτή προκαλεί τον σχηματισμό ομόκεντρων σφαιρικών στρωμάτων στην επιφάνεια των πετρωμάτων, που παρατηρούνται σήμερα στην περιοχή.
Καταρράκτης Πέσσας
Ανατολικά του κόλπου της Καλλονής, κοντά στον οικισμό των Βασιλικών, βρίσκεται ο εντυπωσιακός καταρράκτης Πέσσας.
Ο καταρράκτης δημιουργείται εξαιτίας ρηγμάτων που επηρεάζουν τα οφιολιθικά πετρώματα της περιοχής, όπως και την ομαλή ροή του ρέματος «Μάκρης», που πηγάζει από τους βορειοδυτικούς πρόποδες του όρους του Ολύμπου, δημιουργώντας έντονες αναβαθμίδες στο ανάγλυφο. Τα νερά του καταρράκτη πέφτουν με ορμή, από έναν γκρεμό ύψους περίπου 15 μέτρων. Εξαιτίας της ορμής του νερού, κατά την πτώση, δημιουργείται στροβιλισμός της ροής του νερού, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας φυσικής λιμνούλας.
Στη συνέχεια το νερό συνεχίζει την πορεία του προς τον κόλπο της Καλλονής, όπου και εκβάλλει, κοντά στην παραλία του Αγίου Παύλου.
Τεκτονικό Κάλυμμα Οφιολίθων
Στην περιοχή Λάμπου Μύλοι εμφανίζεται η εντυπωσιακή επώθηση του τεκτονικού καλύμματος των οφιολιθικών πετρωμάτων ηλικίας περίπου 150 εκατομμυρίων ετών, πάνω στα μεταμορφωμένα πετρώματα του υποβάθρου της Λέσβου.
Οι οφιόλιθοι αποτελούν μια ομάδα πυριγενών πετρωμάτων η οποία δημιουργείται από την ανάβλυση μαγματικού υλικού που προέρχεται από τον μανδύα της γης, κατά την διαδικασία απομάκρυνσης των ηπείρων και δημιουργίας του πυθμένα των ωκεανών. Τα οφιολιθικά πετρώματα της Λέσβου προέρχονται από τον ωκεάνιο χώρο του ωκεανού της Τηθύως, ο οποίος εκτείνονταν νότια της Ευρασίας. Πριν από 150 εκατομμύρια χρόνια ο ωκεανός συνεχώς διευρύνονταν και νέα οφιολιθικά πετρώματα δημιουργούνταν από το μάγμα που εισχωρούσε ανάμεσα από τις δύο μεγάλες ηπείρους της Λαυρασίας στο βορρά και της Γκοντβάνας στο νότο. Τα πετρώματα που συνθέτουν την ομάδα αυτή αποτελούνται από περιδοτίτες, δουνίτες, γάββρους, βασαλτικές λάβες, μαξιλαροειδείς λάβες κ.α..
Πριν από 150 εκατομμύρια χρόνια οι δύο μεγα-ήπειροι αρχίζουν να συγκλίνουν με αποτέλεσμα την συμπίεση και την καταστροφή του ωκεανού της Τηθύως. Τα πετρώματα που σχημάτιζαν τον ωκεάνιο πυθμένα της, συμπιέστηκαν, αναδύθηκαν και τοποθετήθηκαν πάνω στο περιθώριο της Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σημείο δημιουργίας τους.
Σήμερα, στην περιοχή των Λάμπου Μύλων οι οφιόλιθοι βρίσκονται τοποθετημένοι πάνω από σχιστόλιθους και μάρμαρα ηλικίας 250-300 εκατομμυρίων ετών. Πάνω στα οφιολιθικά πετρώματα αναπτύσσεται το πευκοδάσος της κεντρικής Λέσβου, ενώ πάνω στα μεταμορφωμένα πετρώματα αναπτύσσονται οι ελαιώνες της περιοχής.
Η εντυπωσιακή αλλαγή της βλάστησης από τους ελαιώνες στο πευκοδάσος μπορεί να γίνει ορατή στον οδικό άξονα Μυτιλήνης – Καλλονής, στην περιοχή Λάμπου Μύλοι.
"Κεριά" Δομές Διάβρωσης
Στην περιοχή της Μονής Λειμώνος, κατά μήκος της επαρχιακής οδού Καλλονής – Σιγρίου εμφανίζονται επιβλητικές μορφές βράχων, τις οποίες η δράση του νερού, σε συνεργασία με την αιολική διάβρωση και τις θερμοκρασιακές μεταβολές, σμίλευσε σε μορφές κεριού.
Πρόκειται για μορφές διάβρωσης ηφαιστειακών πετρωμάτων. Τα πετρώματα που περιέβαλλαν τους κατακόρυφους αυτούς βράχους διαβρώθηκαν, ενώ αυτοί ως ανθεκτικότεροι στη διάβρωση αποκαλύφθηκαν σιγά σιγά και ξεπροβάλλουν σήμερα επιβλητικά.
Τα «Κεριά» αποτελούν ένα εντυπωσιακό δημιούργημα, το οποίο η φύση εξελίσσει ασταμάτητα εδώ και εκατομμύρια χρόνια, όπως και τη «Λαμπάδα», ο βράχος που ορθώνεται αμέσως μετά. Το πέρασμα του χρόνου σε συνεργασία με τις διεργασίες της αποσάθρωσης και διάβρωσης άφησαν στη λεσβιακή φύση τόσο εντυπωσιακές όσο και παράξενες δομές, κατάλοιπα της έντονης ηφαιστειακής δράσης που επικρατούσε πριν από 21,5 - 16,5 εκατομμύρια χρόνια στη Λέσβο.
Ηφαιστειακή Φλέβα Φίλιας
Η ηφαιστειακή φλέβα της Φίλιας, βρίσκεται κατά μήκος της επαρχιακής οδού Καλλονής – Σκάλας Ερεσού, κοντά στον οικισμό της Φίλιας και αποτελεί μια εντυπωσιακή ηφαιστειακή δομή που δημιούργησε η νεότερη ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Λέσβο, πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια.
Η ηφαιστειακή δομή σχηματίσθηκε μέσα από την διείσδυση ρευστού μάγματος, δακιτικής σύστασης, σε προϋπάρχοντα ηφαιστειακά πετρώματα που καλύπτουν την ευρύτερη περιοχή. Το ρευστό μάγμα κινήθηκε προς τα ανώτερα τμήματα του φλοιού και την επιφάνεια, μέσα από ρήγματα (τεκτονικά ανοίγματα του φλοιού), όπου και στερεοποιήθηκε από την σταδιακή απώλεια ενέργειας.
Τα πετρώματα που περιέβαλλαν το στερεοποιημένο μάγμα απομακρύνθηκαν μέσω της διάβρωσης με το πέρασμα του γεωλογικού χρόνου, δημιουργώντας τη γεωμορφή που στεφανώνει τον λόφο πάνω από τον οικισμό της Φίλιας.
Ηφαιστειακή Φλέβα Ερεσού
Η ηφαιστειακή φλέβα της Ερεσού, βρίσκεται κοντά στον ομώνυμο οικισμό και αποτελεί μια χαρακτηριστική ηφαιστειακή γεωμορφή που δημιούργησε η νεότερη ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Λέσβο, η οποία ξεκίνησε πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια.
Η ηφαιστειακή δομή σχηματίσθηκε μέσα από τη διείσδυση ρευστού μάγματος, σε προϋπάρχοντα ηφαιστειακά πετρώματα τα οποία δημιουργήθηκαν στην κύρια φάση της ηφαιστειακής δραστηριότητας. Το ρευστό μάγμα κινήθηκε προς την επιφάνεια μέσα από τα ρήγματα (τις ασυνέχειες του φλοιού), όπου και στερεοποιήθηκε από την απώλεια ενέργειας, δημιουργώντας την ηφαιστειακή δομή που βλέπουμε σήμερα να προεξέχει στο ηφαιστειακό τοπίο.
Τα πετρώματα που περιέβαλλαν την ηφαιστειακή φλέβα διαβρώθηκαν με την πάροδο του γεωλογικού χρόνου, ενώ το στερεοποιημένο μάγμα, καθώς είναι ανθεκτικότερο στη διάβρωση, δημιούργησε τη γεωμορφή που παρατηρούμε στον αγροτικό δρόμο Ερεσού - Σιγρίου και μοιάζει με ένα πέτρινο συμπαγή τοίχο που διαχωρίζει δύο βοσκοτόπια.
Στηλοειδείς Λάβες Λιγώνα
Στην περιοχή της Λιγώνας στην Πέτρα, στις δυτικές πλαγιές του ηφαιστείου του Λεπέτυμνου, του μεγαλύτερου ηφαιστειακού κέντρου της Λέσβου, εμφανίζονται εντυπωσιακές στηλοειδείς κολώνες λάβας τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη.
Πρόκειται για ηφαιστειακές δομές που δημιουργούνται κατά την διαδικασία ψύξης του ρευστού μάγματος, από την ανάπτυξη διαδοχικών ρωγμών στο εσωτερικό του ηφαιστειακού πετρώματος, που καταλήγουν στο σχηματισμό μιας συστοιχίας πολυγωνικών πρισμάτων που έχουν τη μορφή στηλών.
Οι πρισματικές κολώνες λάβας της Λιγώνας δημιουργήθηκαν κατά την απότομη ψύξη ρευμάτων λάβας, δακιτικής σύστασης, που ανάβλυσαν πριν από 18 εκατομμύρια χρόνια από το ηφαίστειο του Λεπετύμνου. Όταν ρευστό μάγμα έφτασε στην επιφάνεια, δημιουργήθηκαν ροές πυρακτωμένου μάγματος που κινήθηκαν στις πλαγιές του ηφαιστείου. Το μάγμα ψύχθηκε γρήγορα με αποτέλεσμα την δημιουργία πολλαπλών παράλληλων ρωγμώσεων σε όλο τον όγκο του πετρώματος. Κατά μήκος των ρωγμών αυτών, το πέτρωμα διαχωρίσθηκε σχηματίζοντας εντυπωσιακές πενταγωνικές ή εξαγωνικές φυσικές κολώνες που παρατηρούμε σήμερα να δημιουργούν εντυπωσιακά σύνολα στην κοιλάδα της Λιγώνας.
Ηφαιστειακή Φλέβα Αλυφαντών
Μια εντυπωσιακή εικόνα διείσδυσης ηφαιστειακού υλικού σε γκριζωπούς ασβεστόλιθους που ανήκουν στα παλαιότερα μεταμορφωμένα πετρώματα του υποβάθρου της Λέσβου, εμφανίζεται στην περιοχή της Παγανής, στην έξοδο της Μυτιλήνης.
Συγκεκριμένα στα τοιχώματα του παλιού λατομείου ασβεστόλιθου βλέπουμε μια ηφαιστειακή φλέβα από πρασινωπή λάβα να διαπερνάει μεγάλου πάχους παχυστρωματώδεις κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους, ηλικίας 250-300 εκατομμυρίων ετών.
Η ηφαιστειακή φλέβα δεν φθάνει μέχρι την επιφάνεια καθώς διακρίνεται να την σκεπάζει το τελευταίο επιφανειακό στρώμα του ασβεστόλιθου. Δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της νεότερης ηφαιστειακής δραστηριότητας στη Λέσβο, η οποία ξεκίνησε πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια. Το ρευστό μάγμα κινήθηκε προς την επιφάνεια αξιοποιώντας μια ρωγμή και σχημάτισε την ηφαιστειακή φλέβα. Ωστόσο, λόγω απώλειας ενέργειας, δεν κατάφερε να φτάσει μέχρι την επιφάνεια και να δημιουργήσει μια επιφανειακή ροή ρευστού μάγματος, με αποτέλεσμα την στερεοποίηση του ηφαιστειακού υλικού στην θέση όπου το παρατηρούμε σήμερα.
Ηφαιστειακός Δόμος Σκαλοχωρίου
Μια από τις πιο εντυπωσιακές ηφαιστειακές δομές της δυτικής χερσονήσου της Λέσβου αποτελεί ο εντυπωσιακός ηφαιστειακός δόμος Σκαλοχωρίου. Βρίσκεται βόρεια του ομώνυμου οικισμού και αποτελεί το ύψωμα, πάνω στο οποίο είναι χτισμένο το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία.
Η δημιουργία του συνδέεται με την απότομη ψύξη ρευστού υλικού, που προήλθε από τον μαγματικό θάλαμο, στο εσωτερικό της Γης, πριν από περίπου 17 εκατομμύρια χρόνια.
Καθώς το μάγμα κινούνταν προς την επιφάνεια με χαμηλή ταχύτητα, διαπέρασε τα μεταμορφωμένα πετρώματα του υποβάθρου της Λέσβου, ηλικίας 300 εκατομμυρίων ετών, αναθόλωσε τους παλαιότερους ηφαιστειακούς σχηματισμούς της περιοχής και δημιούργησε έναν γιγαντιαίο θόλο χωρίς να προκληθεί ηφαιστειακή έκρηξη.
Το μάγμα ψύχθηκε σε μικρό σχετικά βάθος και αποκαλύφθηκε μέσα από την διάβρωση των πετρωμάτων που περιέβαλλαν το ηφαιστειακό υλικό, δημιουργώντας τον εντυπωσιακό θόλο που δεσπόζει σήμερα στην περιοχή.
Ηφαιστειακός Δόμος Χρούσου
Στο Νοτιοδυτικό άκρο της Λέσβου, στην περιοχή του Χρούσου, βρίσκεται ο ηφαιστειακός δόμος του Αετού, Χρούσου. Πρόκειται για έναν εντυπωσιακό ηφαιστειακό λόφο με τη μορφή θόλου που χαρακτηρίζεται από απότομες πλαγιές.
Ο ηφαιστειακός δόμος του Χρούσου αποτελεί ένα ηφαιστειακό οικοδόμημα, η δημιουργία του οποίου συνδέεται με την ανοδική κίνηση μάγματος, το οποίο διαπέρασε τους ηφαιστειακούς σχηματισμούς. Το μάγμα κινήθηκε ανοδικά μέσω ενός ηφαιστειακού πόρου που συνδέει τον μαγματικό θάλαμο με την επιφάνεια. Καθώς το διάπυρο υλικό ανέβηκε προς την επιφάνεια, διαπέρασε τα υπερκείμενα γεωλογικά στρώματα λαβών, ανδεσιτικής και δακιτικής σύστασης, και με την σταδιακή απώλεια αερίων, το μάγμα άρχισε να χάνει την δύναμή του, με αποτέλεσμα να στερεοποιηθεί σε χαμηλό βάθος, χωρίς να προκληθεί ηφαιστειακή έκρηξη.
Με την πάροδο του γεωλογικού χρόνου, τα πετρώματα που περιέβαλλαν το στερεοποιημένο μάγμα διαβρώθηκαν, με αποτέλεσμα να εμφανισθεί ο εντυπωσιακός δόμος του Χρούσου, που χαρακτηρίζει το τοπίο.
Καταρράκτης Λάκος Κουκούγιας
Στο βορειοδυτικό τμήμα της Λέσβου, ανάμεσα από τους οικισμούς Σκουτάρου και Λαφιώνας, βρίσκεται ο εντυπωσιακός καταρράκτης Λάκκος Κουκούγιας.
Η δημιουργία του καταρράκτη του Σκουτάρου οφείλεται στη δράση ρηγμάτων που επηρεάζουν τα ηφαιστειακά πετρώματα της περιοχής, και πιο συγκεκριμένα τις παλαιότερες λάβες, ανδεσιτικής σύστασης που καλύπτουν την κοιλάδα, λάκκος κουκούγιας. Τα νερά του ρέματος, περιοδικής ροής, προέρχονται από τον ορεινό όγκο «Χορεύτρα» (699μ.). Συναντούν το ρήγμα που δημιουργεί μια αναβαθμίδα και πέφτουν με ορμή από ένα γκρεμό περίπου 10 μέτρων. Εξαιτίας της ορμής του νερού κατά την πτώση δημιουργείται στροβιλισμός που δημιουργεί μια φυσική εκβάθυνση στο σημείο της πτώσης, που ονομάζεται «χύτρα γιγάντων».
Καταρράκτης Μεθάλεια Ερεσού
Στο Δυτικό τμήμα της Λέσβου, ανάμεσα από τους οικισμούς των Χιδήρων και της Ερεσού, στο ρέμα Μεθάλεια βρίσκεται ο ομώνυμος εντυπωσιακός καταρράκτης.
Ο καταρράκτης δημιουργείται εξαιτίας ρηγμάτων που επηρεάζουν τα ηφαιστειακά πετρώματα της περιοχής και συγκεκριμένα τις ανδεσιτικές λάβες. Το ρέμα Μεθάλεια, πηγάζει από τον Λευκορράχτη (578μ.). Τα ρήγματα δημιουργούν αναβαθμίδες που διακόπτουν την ομαλή ροή του νερού. Τα νερά του ρέματος πέφτουν από δύο διαδοχικούς γκρεμούς, όπου η ορμή του νερού κατά την πτώση του δημιουργεί δύο φυσικές εκβαθύνσεις στο σημείο της πτώσης, σχηματίζοντας δύο φυσικές λιμνούλες.
Εξαιτίας της δύναμης, αλλά και της συνεχής ροής του νερού, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, κατασκευάσθηκε ένας υδρόμυλος, ο οποίος στο παρελθόν άλεθε το σιτάρι της περιοχής.
Στη συνέχεια, το νερό συνεχίζει την πορεία του και ενώνεται με τον ποταμό Χαλάντρα, όπου συναντάει την τεχνητή λίμνη του φράγματος Ερεσού, κοντά στη μονή Πυθαρίου.
Στηλοειδείς λάβες Πελόπης
Κατά μήκος της επαρχιακής οδού Πελόπης – Υψηλομέτωπου, βρίσκονται οι εντυπωσιακές στηλοειδείς λάβες Πελόπης, που μοιάζουν με φυσικές κολόνες, τοποθετημένες η μια δίπλα στην άλλη.
Η δημιουργία τους συνδέεται με την ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή, πριν από 21,5-16,5 εκατομμύρια χρόνια και πιο συγκεκριμένα με το ηφαίστειο του Λεπέτυμνου, το μεγαλύτερο ηφαιστειακό κέντρο της Λέσβου.
Η εντυπωσιακή γεωλογική δομή οφείλεται στην γρήγορη ψύξη ενός ρεύματος λάβας, δακιτικής σύστασης, που ανάβλυσε από τον ηφαιστειακό δόμο του Προφήτη Ηλία.
Καθώς το ρευστό υλικό ανέβαινε με χαμηλή ταχύτητα προς την επιφάνεια της γης, ψύχθηκε απότομα στο εσωτερικό του ηφαιστείου, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν συστήματα πολλαπλών παράλληλων ρωγμώσεων σε όλο τον όγκο του. Κατά μήκος των ρωγμών αυτών, τα πετρώματα διαχωρίστηκαν και σχημάτισαν εντυπωσιακά πενταγωνικά ή εξαγωνικά πρίσματα, που εμφανίζονται σήμερα και χαρακτηρίζουν το τοπίο της περιοχής.
Φαράγγι Τσικνιά
Το φαράγγι Τσικνιά βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα Βορειοανατολικά του οικισμού της Αρίσβης και σχηματίσθηκε από την δράση του νερού, του ομώνυμου ποταμού, που περνάει πάνω από τα ίχνη μεγάλων γεωλογικών ρηγμάτων, με διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ και ΒΑ-ΝΔ.
Ο Τσικνιάς αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους χείμαρρους περιοδικής ροής της Λέσβου. Ο χείμαρρος αποστραγγίζει μια λεκάνη απορροής έκτασης περίπου 90 km2 που καταλαμβάνει τις νότιες πλαγιές του ηφαιστείου του Λεπετύμνου και περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας και κεντρικής Λέσβου. Η κοίτη του ποταμού έχει γενική διεύθυνση ροής ΒΑ-ΝΔ, ενώ λίγο πριν την εκβολή του στον κόλπο της Καλλονής στρέφεται σε Β-Ν.
Ο ποταμός διαρρέει αποκλειστικά ηφαιστειακούς σχηματισμούς ηλικίας από 21,5 έως 17 εκατομμυρίων ετών. Όταν συναντά τις προσχωσιγενείς πεδιάδες γύρω από τον κόλπο της Καλλονής, διαρρέει τεταρτογενείς ποταμοχειμάριες αποθέσεις, που αποτελούνται από κροκαλοπαγή, άμμους και αργίλους.
Η κοιλάδα του Τσικνιά και οι υγρότοποι που σχηματίζονται στις εκβολές του αποτελούν ενδιαίτημα πουλιών, που διαβιούν είτε εποχικά, είτε μόνιμα κατά μήκος της κοίτης του, και κυρίως στις εκβολές του. Η κοίτη του ποταμού την άνοιξη και, όταν τα νερά ηρεμήσουν από τις βροχοπτώσεις, αποτελεί σημαντικό καταφύγιο για πολλά μεταναστευτικά είδη: Χαλκόκοτες, Λασπότρυγγες, Κρυπτοτσικνιάδες, Πορφυροτσικνιάδες, Νυχτοκόρακες, και επίσης μικρόπουλα όπως ποταμίδες, σουσουράδες, χελιδόνια κ.ά. Αμέτρητα ζευγάρια Αηδόνια φωλιάζουν εδώ μαζί με Μελισσοφάγους, Ωχροστριτσίδες, Καλαμοποταμίδες, Νερόκοτες, ενώ Λευκοπελαργοί και Μαυροπελαργοί αναζητούν τροφή όλο το καλοκαίρι. Στο σημείο της εκβολής του καταφεύγουν όλο το χρόνο θαλασσοπούλια, υδρόβια και παρυδάτια όπως Γλάροι της Μεσογείου, Φλαμίνγκο, Σταχτοτσικνιάδες, Κορμοράνοι, Σταχτοτσικνιάδες, Χειμωνογλάρονα, Πρασινοσκέληδες κ.ά.
Ηφαιστειακός Δόμος Πορτός
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά ηφαιστειακά οικοδομήματα της Λέσβου αποτελεί ο ηφαιστειακός δόμος Πορτός, που υψώνεται επιβλητικός στην επαρχιακή οδό Μεσοτόπου-Ερεσού κοντά στη Μονή Πυθαρίου. Πρόκειται για έναν λόφο με μορφή θόλου και απότομες πλαγιές. Το ηφαιστειακό πέτρωμα σχηματίζει εντυπωσιακές έντονες και πυκνές ρωγμές που δημιουργούν διαδοχικές πρισματικές στηλοειδείς μορφές που μοιάζουν με κολώνες.
Σχηματίσθηκε από ρευστό μάγμα που διαπέρασε το φλοιό κατά μήκος μιας ρωγμής με διεύθυνση Α-Δ και που εμφανίζεται σήμερα ως μια ηφαιστειακή φλέβα μεγάλου πάχους. Το μάγμα κινήθηκε ανοδικά με μικρή ταχύτητα, διαπέρασε τα παλαιότερα μεταμορφωμένα πετρώματα του υποβάθρου της Λέσβου ηλικίας περίπου 300 εκατομμυρίων ετών, αναθόλωσε τους παλαιότερους ηφαιστειακούς σχηματισμούς της περιοχής και δημιούργησε έναν γιγαντιαίο θόλο χωρίς να προκληθεί ηφαιστειακή έκρηξη.
Η ηφαιστειακή δομή δημιουργήθηκε στην τελευταία περίοδο της ηφαιστειακής δραστηριότητας στη Λέσβο πριν από 16,5 εκατομμύρια χρόνια. Αποτελεί το μεγαλύτερο από μια σειρά ηφαιστειακών δόμων που εμφανίζονται στην ίδια περιοχή. Το μάγμα ψύχθηκε και στερεοποιήθηκε σε μικρό, σχετικά, βάθος από την επιφάνεια. Η διάβρωση των πυροκλαστικών πετρωμάτων που περιέβαλλαν τα ηφαιστειακά πετρώματα, αποκάλυψε τον εντυπωσιακό θόλο που δεσπόζει σήμερα στην περιοχή.
Ρήγμα Άντισσας
Το ρήγμα της Άντισσας βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα Νοτιοδυτικά του ομώνυμου οικισμού, και κόβει τα ηφαιστειακά πετρώματα του λόφου Σκαμιούδας. Το ρήγμα αναγνωρίζεται από το μεγάλο μορφολογικό σκαλοπάτι, που δημιούργησε η δράση του ρήγματος μέσα από αλλεπάλληλα σεισμικά γεγονότα.
Τα ρήγματα είναι δομές οι οποίες δημιουργούνται όταν οι τάσεις που αναπτύσσονται στον φλοιό της Γης, ξεπεράσουν το όριο αντοχής των πετρωμάτων, με αποτέλεσμα αυτά να σπάνε.
Πάνω στην κατοπτρική επιφάνεια του ρήγματος, εμφανίζονται εντυπωσιακές γραμμώσεις ολίσθησης, που αποτελούν μάρτυρες της κίνησης του ρήγματος. Οι γραμμές αυτές, που εμφανίζονται ως χαραγιές πάνω στα πετρώματα, αποτελούν τα σημάδια που άφησε η αντίθετη κίνηση των δύο τμημάτων.
Το ρήγμα της Άντισσας εντάσσεται στις δομές παραμόρφωσης της Λέσβου που σχετίζονται με το μεγάλο δεξιόστροφο ρήγμα της Ανατολίας και την έντονη σεισμική δραστηριότητα του Βορείου Αιγαίου.
Θερμές πηγές Πολιχνίτου
Koντά στον Πολιχνίτο, σε υψόμετρο 60 μέτρων, στις όχθες του Αλμυροπόταμου, αναβλύζουν οι θερμές πηγές Πολιχνίτου. Οι πηγές αυτές χαρακτηρίζονται ως οι θερμότερες πηγές της Ευρώπης, καθώς η θερμοκρασία του νερού στα σημεία ανάβλυσης αγγίζει τους 87,6°C. Οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να δικαιολογηθούν καθώς, η θερμοκρασία του νερού στο υπέδαφος, στο σημείο αυτό, φθάνει τους 400°C.
Η ανάβλυση των πηγών οφείλεται σε γεωλογικά ρήγματα που εμφανίζονται στην περιοχή. Μέσα από τα κατακερματισμένα πετρώματα κατά μήκος του ρήγματος διευκολύνεται η κατείσδυση του νερού σε μεγάλο βάθος μέσα στο φλοιό. Εκεί συναντά τους ακόμη θερμούς μαγματικούς θαλάμους των ηφαιστείων της Λέσβου που έδρασαν 16 εκατομμύρια χρόνια, με αποτέλεσμα να θερμαίνεται και να εμπλουτίζεται σε μεταλλικά στοιχεία αλλά και αέρια. Στην συνέχεια, τα αέρια αυξάνουν την πίεση, και το βοηθούν να επιστρέψει ξανά μέσα από τις επιφάνειες των ρηγμάτων μέχρι την επιφάνεια και να αναβλύζει με τη μορφή θερμών πηγών.
Όλες οι θερμοπηγές Πολιχνίτου είναι χλωριονατριούχες. Σε σχέση με το νερό της θάλασσας το χλωριούχο νάτριο των θερμοπηγών είναι τρείς φορές λιγότερο. Πιστεύεται όμως ότι υπάρχει κάποια ανάμειξη αυτού του νερού με το θαλάσσιο νερό έως και 30% περίπου.
Τα έντονα κιτρινωπά και κόκκινα χρώματα που εμφανίζονται στα πετρώματα στην περιοχή ανάβλυσης οφείλονται στην καθίζηση οξειδίων του σιδήρου, όπως ο λειμωνίτης και ο αιματίτης.
Καταρράκτης Ποταμιάς
Βορειοδυτικά του κόλπου της Καλλονής ανάμεσα από τους οικισμούς Ανεμότιας και Παρακοίλων, βρίσκεται ο εντυπωσιακός σε ομορφιά, καταρράκτης Ποταμιάς.
Τα νερά του πηγάζουν από τον ορεινό όγκο του Προφήτη Ηλία (799μ.), στις πλαγιές του οποίου φύεται το μοναδικό δάσος μαύρης πεύκης. Ανάμεσα στο πυκνό δάσος μαύρης Πεύκης ευδοκιμούν οι μοναδικές στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη παρόχθιες φυτοκοινωνίες με ροδόδεντρο (Rhododendron Luteum), όπως ακόμα και παιώνια (Paeonia mascula) (Παιώνια η ρωμαλέα) και η μεγάλη φτέρη με την ονομασία «Οσμούντα η βασιλική» (Osmunda regalis).
Ο καταρράκτης δημιουργείται εξαιτίας των ασυνεχειών των ηφαιστειακών πετρωμάτων που επηρεάζονται από τα ρήγματα της περιοχής και μετατοπίζουν την κοίτη του ρέματος. Το ρέμα της Ποταμιάς συνεχίζει την πορεία του και εκβάλει στον κόλπο της Καλλονής.
Ηφαιστειακός λαιμός Αγίου Νικολάου Πελόπης
Κατά μήκος του δρόμου ανάμεσα στου οικισμούς της Πελόπης και Υψηλομέτωπου, ανυψώνεται ο εντυπωσιακός ηφαιστειακός λαιμός που βρίσκεται κοντά στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου Πελόπης.
Πρόκειται για ένα ηφαιστειακό οικοδόμημα, ηλικίας περίπου 17 εκατομμυρίων ετών. Αποτελεί έναν πλευρικό ηφαιστειακό αγωγό τον οποίο τροφοδοτούσε ο υπόγειος μαγματικός θάλαμος του ηφαιστείου του Λεπετύμνου, με λάβα δακιτικής σύστασης. To μάγμα ανέβηκε αργά προς την επιφάνεια χωρίς να δημιουργήσει βίαιη ηφαιστειακή έκρηξη.
Με την πάροδο του χρόνου τα πετρώματα που κάλυπταν τα, ανθεκτικότερα στη διάβρωση, ηφαιστειακά υλικά, διαβρώθηκαν με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ο εντυπωσιακός ηφαιστειακός λαιμός, που χαρακτηρίζει το τοπίο και την γεωλογική ιστορία της περιοχής.
Φαράγγι Βούλγαρη
Στη Δυτική Λέσβο, ανάμεσα στους οικισμούς της Βατούσας και της Άντισσας, δημιουργείται η κοιλάδα του ποταμού Βούλγαρη σε ένα τμήμα της οποίας εμφανίζεται το εντυπωσιακό φαράγγι του Βούλγαρη.
Η περιοχή της κοιλάδας του Βούλγαρη έχει διανοιχθεί στους ηφαιστειακούς σχηματισμούς του ηφαιστείου της Βατούσας το οποίο συνδέεται με την κύρια ηφαιστειακή δραστηριότητα της Λέσβου, πριν από περίπου 18 εκατομμύρια χρόνια.. Ο έντονος τεκτονισμός της περιοχής δημιούργησε μεγάλα ρήγματα που επηρεάζουν και κατακερματίζουν τα ηφαιστειακά πετρώματα.
Η δημιουργία του φαραγγιού οφείλεται σε μεγάλα γεωλογικά ρήγματα που διασχίζουν τα ηφαιστειακά κροκαλοπαγή που εμφανίζονται στην περιοχή. Το νερό του ποταμού Βούλγαρη ακολουθεί την κατακερματισμένη ζώνη των ρηγμάτων και διαβρώνει σε βάθος με μεγάλη ταχύτητα δημιουργώντας μια εντυπωσιακή χαράδρα και απόκρημνες βραχώδεις πλευρές. Η δράση του νερού διαβρώνει τους ηφαιστειακούς κροκαλοπαγείς σχηματισμούς και δημιουργεί εντυπωσιακές γεωμορφές.
Η περιοχή του φαραγγιού αποτελεί προστατευόμενη περιοχή και ιδανικό τόπο για ορνιθοπαρατήρηση, και είναι ενταγμένη στο δίκτυο ΦΥΣΗ 2000, καθώς πλήθος σπάνιων πουλιών βρίσκουν καταφύγιο εκεί. Ακόμη, η σπουδαιότητα της περιοχής προκύπτει από την ύπαρξη αξιόλογου αναπαραγόμενου πληθυσμού των ειδών: Αετογερακίνα (Buteo rufinus), Μαυροπελαργός (Ciconia nigra), Μεσοτσικλιτάρα (Dendrocopos medius), Σμιρνοτσίχλονο (Emberiza cineracea), Χρυσογέρακο (Falco biarmicus), Κιρκινέζι (Falco naumanni), Μύχος (Puffinus yelkouan) κ.ά.
Καταρράκτης Μαν'Κάτσα
Στο Βορειοανατολικό τμήμα της Λέσβου, λίγα χιλιόμετρα νότια του οικισμού του Μανταμάδου, βρίσκεται ο καταρράκτης «Μαν’ Κάτσα», ένας από τους πιο διάσημους και εύκολα προσβάσιμους καταρράκτες του νησιού.
Ο καταρράκτης δημιουργείται από την απότομη ασυνέχεια των πετρωμάτων, κατά μήκος ενός μεγάλου ρήγματος. Ο γκρεμός από τον οποίο τα νερά του Ασπροπόταμου πέφτουν με ορμή, ανέρχεται στα 15 μέτρα, ο στροβιλισμός του νερού δημιουργεί μια φυσική εκβάθυνση στο σημείο της πτώσης, σχηματίζοντας μια φυσική λιμνούλα.
Η περιοχή καλύπτεται από ηφαιστειακά πετρώματα και ο καταρράκτης δημιουργείται πάνω σε μια εκτεταμένη εμφάνιση ιγνιμβρίτη, ένα ηφαιστειακό πέτρωμα που σχηματίσθηκε πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια, μετά από μια βίαιη έκρηξη του ηφαιστείου του Λεπετύμνου. Η τεκτονική δράση προκάλεσε τον κατακερματισμό των πετρωμάτων και τη δημιουργία μεγάλων ρηγμάτων που δημιούργησε τεκτονικές αναβαθμίδες. Η διάβρωση των πετρωμάτων που ακολούθησε δημιούργησαν τη σημερινή εντυπωσιακή γεωμορφή του καταρράκτη Μαν’ Κάτσα.
Ρήγμα Αγίας Παρασκευής
Το ρήγμα της Αγίας Παρασκευής αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες και πιο εντυπωσιακές τεκτονικές δομές της Λέσβου. Το ρήγμα που επηρεάζει τα ηφαιστειακά πετρώματα της περιοχής, αναγνωρίζεται εύκολα, από την λεία κατοπτρική επιφάνεια του, την επιφάνεια που δημιουργήθηκε από την δράση του ρήγματος το οποίο έσπασε τα πετρώματα. Η κατοπτρική επιφάνεια του ρήγματος είναι ορατή κατά μήκος του περιφερειακού δρόμου της Αγίας Παρασκευής.
Το ρήγμα της Αγίας Παρασκευής είναι ένα μεγάλο δεξιόστροφο ρήγμα οριζόντιας μετατόπισης, το οποίο διατρέχει το κεντρικό τμήμα του νησιού, από Βορρά προς Νότο. Το ρήγμα συνδέεται με τον καταστροφικό σεισμό του 1867, με μέγεθος 6.8 R.
Πάνω στην κατοπτρική επιφάνεια του ρήγματος, εμφανίζονται εντυπωσιακές γραμμώσεις ολίσθησης, που αποτελούν μάρτυρες της κίνησης του ρήγματος. Οι οριζόντιες γραμμώσεις ολίσθησης, που εμφανίζονται ως χαραγιές, δημιουργήθηκαν από την τριβή σκληρών κόκκων κατά την αντίθετη κίνηση των δύο τεμαχών. Οι διαδοχικές οικογένειες γραμμώσεων πάνω στην επιφάνεια του ρήγματος, αποκαλύπτουν ότι το ρήγμα έχει ενεργοποιηθεί πολλές φορές από διαδοχικούς σεισμούς που εκδηλώθηκαν στην ίδια περιοχή.
Καταρράκτης Βαθύλιμνος Χιδήρων
Στη Δυτική χερσόνησο της Λέσβου, ανάμεσα από τους οικισμούς Πτερούντας και Χιδήρων, βρίσκεται ο μικρός αλλά και εντυπωσιακός, από ομορφιά, καταρράκτης Βαθύλιμνος.
Τα νερά του πηγάζουν από τον ορεινό όγκο του Προφήτη Ηλία (799μ.), στις πλαγιές του οποίου φύεται το μοναδικό δάσος μαύρης Πεύκης στο νησί. Ανάμεσα στο πυκνό δάσος μαύρης Πεύκης ευδοκιμούν οι μοναδικές στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη παρόχθιες φυτοκοινωνίες με ροδόδεντρο (Rhododendron Luteum), όπως ακόμα και παιώνια (Paeonia mascula) (Παιώνια η ρωμαλέα) και η μεγάλη φτέρη με την ονομασία «Οσμούντα η βασιλική» (Osmunda regalis).
Ο καταρράκτης δημιουργείται εγκάρσια των ασυνεχειών των ρηγμάτων, που διατρέχουν την ευρύτερη περιοχή, όπου επηρεάζουν την ομαλή ροή του ρέματος. Το ρέμα συνεχίζει τη ροή του προς τα χαμηλότερα υψόμετρα, όπου τροφοδοτεί τον ποταμό Βούλγαρη, που εκβάλλει στη βορειοδυτική ακτή της Λέσβου.
Λάρσος - Ενεργό ρήγμα
To ρήγμα της Λάρσου, με διεύθυνση Α-Δ είναι ένα από τα ενεργά ρήγματα της Λέσβου. Αποτελεί τεκμήριο των πρόσφατων γεωλογικών μεταβολών που διαμόρφωσαν τη σημερινή μορφή του αναγλύφου της Λέσβου σχηματίζοντας τις ελώδεις περιοχές του δέλτα του ποταμού Ευεργέτουλα.
Τα ρήγματα δημιουργούνται όταν οι τάσεις που αναπτύσσονται στα πετρώματα του φλοιού της γης υπερβούν το όριο αντοχής του πετρώματος, με αποτέλεσμα αυτά να σπάσουν. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται σχετική κίνηση και μετατόπιση των δύο τεμάχων του φλοιού, εκατέρωθεν της επιφάνειας του ρήγματος.
Τα ρήγματα δημιουργούν έντονο μορφολογικό ανάγλυφο στην επιφάνεια της γης και εμφανίζονται ως απότομες μορφολογικές επιφάνειες πάνω στις οποίες διακρίνεται πολλές φορές η λειασμένη, από την τριβή, επιφάνεια του ρήγματος.
Χαρακτηριστική είναι η απότομη μορφολογική αναβαθμίδα και η εντυπωσιακή κατοπτρική επιφάνεια του ρήγματος της Λάρσου, με λειασμένες επιφάνειες πάνω στις οποίες έχουν χαραχθεί τα ίχνη της τεκτονικής ολίσθησης του κομματιού που έχει βυθισθεί. Πρόκειται για χαρακτηριστικές γραμμώσεις (χαρακιές) που δείχνουν τη διεύθυνση της σχετικής κίνησης των δύο τεμαχών που κινήθηκαν εξαιτίας της σεισμικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Το ρήγμα της Λάρσου δημιουργήθηκε όταν το τέμαχος πάνω στο οποίο διέρχεται σήμερα ο οδικός άξονας Μυτιλήνης – Καλλονής, κατέβηκε σε σχέση με το άλλο το οποίο αποτελεί σήμερα τον χαρακτηριστικό «κομμένο», από το ρήγμα, λόφο της περιοχής.
Πρόσφατα ανακαλύφθηκαν στην ευρύτερη περιοχή κοντά στο χωριό Ίππειο από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου αρχαιολογικά τεκμήρια που συνδέονται πιθανά με ισχυρό σεισμό ο οποίος έλαβε χώρα στην περιοχή κατά τον 8ο αιώνα πΧ. και ίσως προέρχεται από την ενεργοποίηση του ρήγματος της Λάρσου.
Στην επιφάνεια του ρήγματος της Λάρσου χαράχτηκε κατά την ρωμαϊκή περίοδο κανάλι μεταφοράς νερού που αποτελεί τμήμα του ρωμαϊκού υδραγωγείου μήκους 27 χιλιομέτρων που ξεκινάει από τις παρυφές του Ολύμπου και μετέφερε νερό για την ύδρευση της Μυτιλήνης.
Ηφαιστειακός Δόμος Υψηλού
Η λοφοσειρά του Ορδύμνου δεσπόζει στη δυτική χερσόνησο της Λέσβου, με υψηλότερη κορυφή που φθάνει τα 634 μέτρα, τον ηφαιστειακό δόμο της Μονής Υψηλού ο οποίος με το κωνικό του σχήμα αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά ηφαιστειακά οικοδομήματα της Λέσβου.
Ο ηφαιστειακός δόμος σχηματίσθηκε στην τελευταία φάση της ηφαιστειακής δραστηριότητας, πριν από 16,5 εκατομμύρια χρόνια και αποτελεί το μεγαλύτερο από μία σειρά ηφαιστειακών δόμων που διατάσσονται κατά μήκος μιας μεγάλης τεκτονικής διάρρηξης με διεύθυνση από βορρά προς νότο.
Η δημιουργία του συνδέεται με άνοδο μάγματος που κινήθηκε με μικρή ταχύτητα, διαπέρασε τα παλιότερα μεταμορφωμένα πετρώματα του υποβάθρου, αναθόλωσε τα στρώματα των πυροκλαστικών σχηματισμών που κάλυπταν την περιοχή και δημιούργησε ένα γιγαντιαίο θόλο χωρίς να προκληθεί ηφαιστειακή έκρηξη. Το μάγμα ψύχθηκε και στερεοποιήθηκε σε μικρό, σχετικά, βάθος και η διάβρωση των πυροκλαστικών πετρωμάτων που τον περιέβαλαν, αποκάλυψε τα ανθεκτικότερα στην διάβρωση ηφαιστειακά πετρώματα, τα οποία διαμορφώνουν το σημερινό τοπίο της περιοχής.
Στη βόρεια πλευρά του λόφου εμφανίζονται εντυπωσιακές στηλοειδείς μορφές λάβας, οι οποίες δημιουργήθηκαν εξαιτίας της απότομης ψύξης του διάπυρου υλικού.
Στην κορυφή του ηφαιστειακού δόμου, στη θέση παλιότερου οχυρού και βυζαντινής φρυκτωρίας, είναι χτισμένη η Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. H παράδοση τοποθετεί την ίδρυση της μονής κατά τους βυζαντινούς χρόνους, πριν το 800 μ.Χ. και είναι γνωστή ως Μονή Υψηλού.
Ηφαιστειακός Δόμος Προφήτη Ηλία Παρακοίλων
Ένα εντυπωσιακό ηφαιστειακό οικοδόμημα, το ύψωμα του Προφήτη Ηλία Παρακοίλων, με υψόμετρο 800 μέτρα αποτελεί την ψηλότερη κορυφή της Δυτικής χερσονήσου της Λέσβου. Τοποθετείται δυτικά του κόλπου της Καλλονής ανάμεσα στους δύο ηφαιστειακούς κρατήρες της Βατούσας και της Άγρας. Πρόκειται για ένα ηφαιστειακό δόμο ο οποίος δημιουργήθηκε κατά την νεώτερη φάση της ηφαιστειακής δραστηριότητας στη Λέσβο πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια και αποτελείται από πυριωμένες λάβες.
Η δημιουργία του συνδέεται με άνοδο μάγματος με όξινη σύσταση, που ανάβλυσε μετά την μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη της καλδέρας της Βατούσας. Το μάγμα κινήθηκε με μικρή ταχύτητα, αναθόλωσε τα παλαιότερα ηφαιστειακά πετρώματα και δημιούργησε έναν γιγαντιαίο θόλο. Το μάγμα ψύχθηκε και στερεοποιήθηκε σε μικρό, σχετικά, βάθος.
Οι πυριτιωμένες λάβες δημιουργούν όξινα εδάφη που ευνοούν την παρουσία πολλών σπάνιων φυτών όπως του κίτρινου ροδόδενδρου, που αναπτύσσεται μόνο στην περιοχή του Προφήτη Ηλία Παρακοίλων σε υγρές θέσεις, όπως όχθες ρεμάτων, μέσα σε δάση τραχείας ή μαύρης πεύκης, και υψόμετρο από 60 έως 760 μ.. Το ροδόδενδρο συναντάται σε μικρές συστάδες αποτελούμενες από λίγα άτομα, πληρώντας έτσι τα κριτήρια για την ένταξή του στην κατηγορία “Τρωτό”, σύμφωνα με την IUCN. Το ροδόδεντρο προστατεύεται από το ΠΔ 67/81 και περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 92/43 και στον παγκόσμιο κατάλογο ειδών που χρήζουν προστασίας του ΟΗΕ.
Ηφαίστειο Λεπέτυμνου – Ηφαιστειακός Δόμος Βίγλας
O Λεπέτυμνος ψηλότερο βουνό της Λέσβου, αποτελεί το μεγαλύτερο ηφαίστειο του νησιού. Οι ψηλές κορυφές του, ο Προφήτης Ηλίας και η Βίγλα αποτελούν δύο μεγάλους ηφαιστειακούς δόμους που δημιουργήθηκαν πριν από 17 εκατομμύρια χρόνια, όταν παχύρευστη λάβα ανάβλυσε στο κέντρο της μεγάλης καλδέρας της Βόρειας Λέσβου.
Η ηφαιστειακή ιστορία του Λεπετύμνου είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα στην περιοχή ξεκίνησε πριν από 22 εκατομμύρια χρόνια και σιγά-σιγά μέσα από αλλεπάλληλες ηφαιστειακές εκρήξεις και εκχύσεις μάγματος δημιουργήθηκε ένα μεγάλο στρωματοηφαίστειο. Πριν από 18 εκατομμύρια χρόνια μια τεράστια έκρηξη κατέστρεψε τον ηφαιστειακό κώνο και στη θέση του δημιούργησε μια μεγάλη ηφαιστειακή καλδέρα, η οποία εκτείνεται από το Μόλυβο μέχρι την περιοχή του Πετσοφά στην Καλλονή. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα συνεχίσθηκε, και στο εσωτερικό της μεγάλης καλδέρας δημιουργήθηκαν οι δύο ηφαιστειακοί δόμοι του Προφήτη Ηλία και της Βίγλας, με υψόμετρο 938 και 968 μέτρα, αντίστοιχα.
Στο Λεπέτυμνο εκτός από πλούσια γεωποικιλότητα συναντάμε ένα ιδιαίτερο οικοσύστημα που το χαρακτηρίζει η πλούσια βιοποικιλότητα. Ένα ιδιαίτερο στοιχείο είναι η παρουσία εντυπωσιακών άγριων αλόγων που ζουν ελεύθερα στις πλαγιές του ηφαιστείου.
Σπήλαιο, Σπήλιος Άντισσας
Σε μικρή απόσταση βόρεια του οικισμού της Άντισσας βρίσκεται το σπήλαιο Σπήλιος της Άντισσας, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την Ελληνική μυθολογία, καθώς αποτελούσε τόπο λατρείας του Ορφέα κατά την αρχαιότητα.
Το σπήλαιο είναι διανοιγμένο σε ένα λόφο που δομείται από ασβεστολιθικά πετρώματα ηλικίας περίπου 298-251 εκατομμυρίων χρόνων. Tο ασβεστολιθικό ύψωμα αναδύεται ανάμεσα στα νεότερα ηφαιστειακά πετρώματα που το περιβάλουν και φανερώνει την ιδιαίτερα έντονη τεκτονική δραστηριότητα της περιοχής.
Οι παράγοντες που συνέβαλαν στη δημιουργία του σπηλαίου είναι η τεκτονική δράση και η καρστική διάβρωση. Το καρστικό έγκοιλο δημιουργείται από την κίνηση νερού μέσα στη ζώνη τεκτονισμού μεγάλου τεκτονικού ρήγματος στον ασβεστολιθικό βράχο.
Η είσοδος του σπηλαίου, που έχει άνοιγμα 10 μέτρων πλάτους και 12 μέτρων ύψους, ονομάζεται «Χάος», από τους ντόπιους, και είναι εύκολα αναγνωρίσιμο και ορατό από τον οδικό άξονα Καλλονής - Σιγρίου.
Στο εσωτερικό του παρατηρούνται προϊστορικά ίχνη ανθρώπινης παρουσίας, καθώς και δύο κατασκευές αργολιθοδομής.
Κατά την Ελληνική μυθολογία το κεφάλι του Ορφέα, εκβράστηκε στις ακτές της βόρειας Λέσβου και μεταφέρθηκε από τους κατοίκους μέσα στο σπήλαιο, όπου λειτούργησε ιερό, το οποίο συνέχισε να χρησμοδοτεί κάνοντας έτσι το μαντείο του Ορφέα πασίγνωστο στον αρχαίο κόσμο.
Όλυμπος - Τεκτονικό Παράθυρο
Η γυμνή από βλάστηση κορυφή του Ολύμπου μας ανοίγει ένα παράθυρο στη γεωλογική ιστορία της Λέσβου και μας αποκαλύπτει μια από τις εντυπωσιακότερες εικόνες της Λέσβου, ένα τεκτονικό παράθυρο.
Πώς όμως δημιουργήθηκε αυτός ο εντυπωσιακός γεώτοπος της Λέσβου;
Έντονες δυνάμεις στο εσωτερικό της γης πριν από 120-160 εκατομμύρια χρόνια, μετακίνησαν τα πετρώματα από τον πυθμένα του ωκεανού της Τηθύος, τους οφιόλιθους, και τα τοποθέτησαν πάνω από τα ιζήματα του ωκεανού που συνόδευαν την ωκεάνια πλάκα (μεταμορφωμένα πετρώματα). Οι δυνάμεις ήταν τόσο έντονες ώστε όλα μαζί μετακινήθηκαν και τοποθετήθηκαν πάνω από τα πετρώματα της ηπειρωτικής περιοχής (ανακρυσταλλωμένοι ασβεστόλιθοι) που υπήρχε εκείνη την γεωλογική περίοδο και σήμερα είναι η περιοχή του Ολύμπου.
Στον Όλυμπο, μέσα από τους οφιόλιθους και τα μεταμορφωμένα πετρώματα, εμφανίζονται σήμερα να αναδύονται στην επιφάνεια τα κατώτερα πετρώματα, δηλαδή οι λευκοί έως τεφροί, σακχαρώδεις και μερικές φορές ροζωποί ανακρυσταλλωμένοι ασβεστόλιθοι που αποτελούν την εντυπωσιακή κορυφή του Ολύμπου.
Περιμετρικά της κυρίαρχης κορυφής του Ολύμπου, αναπτύσσεται μια εξαιρετικά πλούσια βλάστηση που αποτελείται από δάση καστανιάς, τραχείας Πεύκης, μηλιές, καρυδιές αλλά και ελαιώνες. Ο ορεινός όγκος του Ολύμπου είναι ενταγμένος στο Δίκτυο Natura 2000 ενώ η περιοχή χαρακτηρίζεται ως βοτανικός κήπος του Αιγαίου, λόγω της μεγάλης ποικιλίας ενδημικών φυτών.
Ηφαιστειακός λαιμός Πέτρας
O μεγάλος βράχος της Παναγίας, που δεσπόζει στο κέντρο του οικισμού της Πέτρας, αποτελεί ένα ηφαιστειακό οικοδόμημα που ονομάζεται ηφαιστειακός λαιμός.
Οι ηφαιστειακοί λαιμοί είναι σωληνοειδείς αγωγοί που διοχετεύουν ρευστό μάγμα στην επιφάνεια της γης συνδέοντάς τους με τον θάλαμο μάγματος, ο οποίος βρίσκεται στο εσωτερικό του γήινου φλοιού και τροφοδοτεί ένα ηφαίστειο.
Ο ηφαιστειακός λαιμός Πέτρας, πάνω στον οποίο χτίσθηκε η εκκλησία της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας, αποτελεί έναν πλευρικό ηφαιστειακό αγωγό, τον οποίο τροφοδοτούσε με ανδεσιτική λάβα ο υπόγειος μαγματικός θάλαμος του ηφαιστείου του Λεπέτυμνου.
Τα πετρώματα που περιέβαλλαν τον ηφαιστειακό λαιμό διαβρώθηκαν μετά το τέλος της ηφαιστειακής δραστηριότητας ενώ η ανδεσιτική λάβα καθώς ήταν ανθεκτικότερη στη διάβρωση, δημιούργησε τον μεγάλο βράχο της Πέτρας.
Άλλες Εκθέσεις